Ο Θεόφραστος στην περιγραφή του της φιστικιάς δεν κατονομάζει το δένδρο. Ο ίδιος λέει ότι τα δένδρα της Ασίας, που δεν απαντώνται στην ελληνική χλωρίδα, δεν έχουν ονόματα.
Ο πρώτος που αναφέρει τη λέξη «πιστάκια» είναι ο ποιητής Νίκανδρος ο Κολοφώνιος (2ος π.Χ. αιώνας). Ο Νίκανδρος γράφει και αυτός ότι τα «πιστάκια» τα βρίσκουμε στην Ινδική και ότι μοιάζουν με αμύγδαλα, έχουν δε την ιδιότητα να προστατεύουν από νύγματα σκορπιού. Η λέξη «πιστάκια» προέρχεται από την αρχαία περσική λέξη «πίστα» που σημαίνει φιστίκι ή φιστικιά. Η λέξη αυτή αποτελεί τη ρίζα για την ονομασία του φιστικιού στις περισσότερες γλώσσες: pistache (γαλλικά), pistachio (αγγλικά), pistashka (ρωσικά), fustuk (αραβικά).